
Ναι, καλά διαβάσατε. Το 1/3 του φαγητού που παράγεται παγκοσμίως, πετιέται. Η σπατάλη φαγητού (στ’αγγλικά food waste) είναι ένα πρόβλημα τεραστίων διαστάσεων, το οποίο έχει βαρύνουσες συνέπειες για το περιβάλλον και την επιβίωση του πλανήτη.
Αφορά στην ολοένα και αυξανόμενη τάση των σύγχρονων κοινωνιών να πετούν φαγητό καθ’όλα βρώσιμο, χωρίς να το καταναλώνουν, παρ’ότι παρήχθη και αγοράστηκε.
Η σπατάλη φαγητού ως κοινωνικό πρόβλημα
Παλαιότερα, αντιμετωπίζαμε τη σπατάλη φαγητού ως ένα αποκλειστικά κοινωνικό πρόβλημα.
Ήταν σύνηθες το μότο των ελληνικών οικογενειών «φάε το φαγητό σου, γιατί άλλα παιδιά σε φτωχές χώρες δεν έχουν να φάνε», κάτι που παρ’ότι δεν δημιουργούσε έναν εμφανώς έλλογο συσχετισμό, έδινε την τάση για το πώς αντιμετωπίζονταν το πρόβλημα των χωρών υπό ανάπτυξη σε σχέση με την έλλειψη φαγητού.
Άλλωστε, αυτή είναι μια πραγματικότητα που επιμένει. Σε χώρες στις οποίες επικρατεί η φτώχεια, δημιουργείται και το φαινόμενο της πείνας, ίσως όχι, όμως, για τους λόγους που νομίζουμε.
Σε αντίθεση με τις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες, οι λιγότερο προνομιούχες περιοχές του κόσμου έρχονται αντιμέτωπες με τη σπατάλη φαγητού εξαιτίας των φτωχών υποδομών και της ελλιπούς τεχνογνωσίας στη συντήρηση και της διανομής των τροφίμων.
Παράγεται, δηλαδή, τροφή σε αγροτικό επίπεδο, αυτή όμως δεν φτάνει ποτέ στα χέρια των καταναλωτών.
Αντίστοιχα, στις χώρες της Δύσης φαίνεται ότι η σπατάλη φαγητού προκύπτει από την αγορά ποσοτήτων που δεν είναι ρεαλιστικό να καταναλωθούν από τα νοικοκυριά. Βέβαια, τη σήμερον ημέραν η φτώχεια δεν αποτελεί συμβάν των τριτοκοσμικών χωρών, αλλά φαινόμενο που πλέον μαστίζει και τις χώρες της Ευρώπης, τις Η.Π.Α και την Ωκεανία.
Ταυτόχρονα, πολλές από τις πρώτες ύλες αντλούνται από μη δυτικές χώρες, κάτι που δημιουργεί μία αλυσίδα στην σπατάλη φαγητού, η οποία, εν τέλει, μας επηρεάζει σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πώς η σπατάλη φαγητού επηρεάζει το περιβάλλον;
Ο βασικός τρόπος με τον οποίο η σπατάλη φαγητού επιφέρει δυσμενείς συνέπειες στον πλανήτη είναι οι τόνοι απορριμάτων στην παραγωγή των οποίων συντελεί.
Ασφαλώς, αυτό μολύνει το έδαφος, αλλά, επιπλέον, παράγει αέρια θερμοκηπίου. Οι εκπομπές τους, οι οποίες προκύπτουν από το φαγητό που σαπίζει, αγγίζουν σε ποσότητα τις εκπομπές 23 εκατομμυρίων αυτοκινήτων ανά χρόνο!
Το ήμισι αυτών των αερίων, μάλιστα, συνίσταται από μεθάνιο, μία ουσία που προκαλεί υπερθέρμανση στον πλανήτη, επιβαρύνοντας την κλιματική αλλαγή.
Ακόμα, το γεγονός ότι οι απαραίτητοι πόροι για την παραγωγή τροφίμων χρησιμοποιούνται, ανεξαρτήτως με το αν αυτό τελικώς καταναλώνεται, προκαλεί την κατασπατάληση νερού και ενέργειας.
Επιπλέον, οι περισσότερες τροφές συσκευάζονται με υλικά τα οποία δεν είναι οικολογικά, όπως, ιδίως, το πλαστικό, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω τη μόλυνση του περιβάλλοντος που προκαλείται από τη σπατάλη φαγητού.
Βέβαια, όσον αφορά τις συσκευασίες των τροφίμων, αυτές επιφέρουν μικρότερες συνέπειες για τον πλανήτη σε σύγκριση με την ίδια τη σπατάλη φαγητού, παρά την παρανόηση ότι άπαξ και απαλλαχθούμε από το πλαστικό, μπορούμε να εξακολουθήσουμε να καταναλώνουμε τις ίδιες ποσότητες φαγητού.
Πώς προχωράμε από εδώ και στο εξής ώστε να μειώσουμε τη σπατάλη φαγητού;
Όπως γίνεται αντιληπτό, το πρόβλημα είναι πολύ σύνθετο, κυρίως γιατί επηρεάζεται βαθιά από κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες.
Ορισμένα βήματα τα οποία μπορούμε να κάνουμε ατομικά είναι τα εξής:
- Αγοράζουμε βάσει πλάνου: Δεν υπάρχει λόγος να αποθηκεύουμε τρόφιμα τα οποία γνωρίζουμε ότι έχουν βραχεία ημερομηνία λήξης, ιδίως εφ’όσον έχουμε, πια, τη δυνατότητα να παραγγείλουμε στο σπίτι μας εκ νέου όσα τρόφιμα έχουν εξαντληθεί από τα ντουλάπια μας.
- Χρησιμοποιούμε όσα περισσότερα μέρη των τροφίμων είναι εφικτό: Μπορούμε να κάνουμε σούπες, να πολτοποιήσουμε, να δώσουμε τα περισσεύματα στα κατοικίδιά μας όταν είναι ασφαλή.
- Κάνουμε χρήση της κατάψυξης: Το να καταψύξουμε τρόφιμα τα οποία βρίσκονται κοντά στη λήξη τους είναι μία έξυπνη λύση που περιορίζει τη σπατάλη φαγητού, αλλά και οφελεί στον προγραμματισμό των ημερήσιων γευμάτων.
Η ατομική ευθύνη είναι το ήμισι του παντός – αυτό, για την Ελλάδα, για παράδειγμα ισχύει κυριολεκτικά, μιας και υπολογίζεται ότι το 53% των νοικοκυριών είναι υπεύθυνο για τη σπατάλη φαγητού σε εγχώριο επίπεδο.
Παρ’όλα αυτά, η σπατάλη φαγητού εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό ζήτημα παγκόσμιο, και άρα πολιτικό.
Αν δεν επιλυθεί το πρόβλημα της φτώχειας, δε θα επιλυθεί το ζήτημα των υποδομών και του διαμοιρασμού τροφίμων στις μη δυτικές χώρες.
Αν δεν ανατραπεί το πρόβλημα του υπερκαταναλωτισμού, δεν είναι δυνατόν να διακοπεί η σπατάλη φαγητού σε νοικοκυριά με υψηλό εισόδημα.
Αν δε δημιουργηθούν κίνητρα για τις βιομηχανίες παραγωγής τροφίμων, έτσι ώστε να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο παράγουν φαγητό, πολύ δύσκολα θα περιοριστεί η σπατάλη φαγητού.
Επειδή, όμως, «ο,τι έχουμε είμαστε εμείς», οφείλουμε την ενημερότητα και την επαγρύπνησή μας στο σημείο στο οποίο μπορούμε να παρέμβουμε, στο οποίο συγκαταλέγεται και η πίεση του κοινού των καταναλωτών προς τις εταιρίες παραγωγής και τους πολιτικούς ιθύνοντες των δήμων.